10 Μαΐου, 2013

Ξεσηκώνονται οι δημοσιογράφοι της Ευρώπης

Ο  αγώνας ενάντια στην υποβάθμιση των συνθηκών εργασίας των δημοσιογράφων, ειδικά για τους ελεύθερους επαγγελματίες, η υπεράσπιση των συγγραφικών  δικαιωμάτων και του ευρωπαϊκού οπτικοακουστικού μοντέλου που ισορροπεί επικίνδυνα ανάμεσα στην δημόσια και την ιδιωτική ραδιοτηλεόραση, καθώς και για μια ποιοτική δημοσιογραφία σε έναν κόσμο όπου ο καθένας μπορεί να είναι ένας δημοσιογράφος, θα συζητηθούν από τις 13 έως τις 15 Μαΐου στην Verviers στη Γενική Συνέλευση της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων.

Στην φετινή συνάντηση θα συναντηθούν 80 δημοσιογράφοι που εκπροσωπούν Δημοσιογραφικές Οργανώσεις από 28 χώρες. Οι εργασίες της συνάντησης, έχουν ως γενικό τίτλο: “η δημοσιογραφία ως δημόσιο αγαθό».

Σε αυτό,  το οποίο συμφωνούν οι δημοσιογράφοι της Ευρώπης είναι η αυξανόμενη ανησυχία από το γεγονός ότι κυριολεκτικά χιλιάδες δημοσιογράφοι έχουν χάσει τη δουλειά τους κατά τους τελευταίους μήνες σε όλη την Ευρώπη, ορισμένοι επηρεάζονται από τις περικοπές θέσεων εργασίας και άλλοι βρίσκονται ήδη σε πιο επισφαλή θέση, με αποτέλεσμα η επισφαλής εργασία και η έλλειψη επενδύσεων σε ανθρώπινο δυναμικό, να έχει σημαντικό αντίκτυπο στην ποιότητα της πληροφόρησης, της πολυφωνίας, της ελευθερίας του Τύπου και ακόμα αυτής της ίδιας της ποιότητας της Δημοκρατίας.(Ακόμη και στις πλούσιες ευρωπαϊκές χώρες, η ελευθερία του Τύπου είναι ένα ζήτημα υπό αίρεση).
Η οικονομική συγκυρία είναι σκληρή, αλλά δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία για την παραμέληση της δημοσιογραφίας και τη συμβολή της στη δημοκρατία. Με το πρόσχημα της ευελιξίας και του ανταγωνισμού, η δημόσια ραδιοτηλεόραση  υποβάλλεται σε περικοπές προγραμμάτων, μείωση των αμοιβών των δημοσιογράφων, ενώ παρακάμπτονται και οι συλλογικές  διαπραγματεύσεις.
Σε αυτό το πλαίσιο, δημοσιογραφικές  οργανώσεις του Νότου της Ευρώπης έχουν από κοινού καταθέσει ένα ψήφισμα με το οποίο περιγράφουν το πρόβλημα και ορίζουν τις νέες απαιτήσεις που προκύπτουν προς την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία και τα νέα όργανα που θα εκλεγούν στην Verviers.

Το ψήφισμα στο οποίο έχουν καταλήξει είναι το ακόλουθο:

Προσδοκίες από τη Γενική Συνέλευση της ΕΟΔ

Οι δημοσιογράφοι εν μέσω του πιο σκληρού χτυπήματος της κρίσης και των πολιτικών λιτότητας

Η ΕΟΔ η οποία καλύπτει περισσότερα από 200.000 μέλη, πρέπει να δράσει προς υπεράσπιση της δεοντολογίας και των δικαιωμάτων των δημοσιογράφων, τώρα περισσότερο από ποτέ, αλλά κυρίως θα πρέπει να εστιάσει στο δημόσιο δικαίωμα της Ενημέρωσης. Οι επαγγελματίες δημοσιογράφοι πρέπει πάντα να αξιολογούν τις πηγές τους, αλλά επιπλέον σήμερα θα πρέπει να βρίσκονται σε  επαφή με τα κοινωνικά δίκτυα, να συμμετέχουν σ’ αυτά και να προσπαθούν να προσφέρουν στο κοινό αξιόπιστη και ισορροπημένη πληροφόρηση.

Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μία σοβαρή κρίση σε διάφορους τομείς, ο κόσμος των Μέσων Ενημέρωσης όμως είναι, ίσως, από τους βαρύτερα πληγέντες (κλάδους).

Σ΄ αυτό το πλαίσιο της μεγάλης, βαθειάς και γενικευμένης κρίσης οι δημοσιογραφικές Ενώσεις έχουν υποχρέωση να αναλάβουν έναν καθοριστικό ρόλο: να υπερασπιστούν τον πλουραλισμό όπως επίσης και την εργασία των εργαζομένων στα Μέσα Ενημέρωσης, φέρνοντας τους σε επαφή και πληροφορώντας το κοινό.

Στο επάγγελμά μας, είμαστε μάρτυρες, του κλεισίματος πολλών επιχειρήσεων Μέσων Ενημέρωσης, κάποια εκ των οποίων ιστορικής σημασίας, γεγονός που συνδέεται άμεσα με τη συγκεντροποίηση (που παρατηρείται) στον συγκεκριμένο τομέα. Αυτό επηρεάζει την ουσία του δημοκρατικού διαλόγου που βαθμιαία κυριαρχείται από μία ενιαία γραμμή αφήγησης, όπου τα κοινωνικά θέματα υποχωρούν έναντι των μακροοικονομικών θεμάτων.

Υπό το πρόσχημα μιας ψευδούς ευελιξίας, μια μονολιθική θεώρηση επιβάλλεται ουσιαστικά στο κοινό. Είτε στη Λευκωσία, τη Λισαβόνα, τη Μαδρίτη ή την Αθήνα, η κοινωνική οπισθοδρόμηση πηγαίνει πάντα χέρι-χέρι με το κλείσιμο επιχειρήσεων ΜΜΕ, μικρότερη αμοιβή για τους δημοσιογράφους και μία αδιαφορία για την ίδια την ιδέα της συλλογικής διαπραγμάτευσης. Το καθεστώς των freelancer δημοσιογράφων επιδεινώνεται και χιλιάδες των συναδέλφων μας οδηγούνται στην ανεργία, σε μια ΕΕ όπου 26 εκατομμύρια είναι ήδη άνεργοι. Η ποιότητα των ειδησεογραφίας υποφέρει λόγω των δύσκολων συνθηκών υπό τις οποίες οι δημοσιογράφοι καλούνται να εργαστούν.

Ξεσηκωμός για τους δημοσιογράφους

Οι δημοσιογράφοι βρίσκονται στην καρδιά της κρίσης. Ως εργαζόμενοι, πρέπει να ασχοληθούμε με την απώλεια της εμπιστοσύνης του κόσμου στις δημόσιες υποθέσεις και την πολιτική. Αυτή η αυξανόμενη δυσπιστία ωστόσο επηρεάζει επίσης και τα Μέσα Ενημέρωσης στα οποία οι πολίτες αρκετά συχνά δεν μπορούν να βρουν τις πληροφορίες που χρειάζονται για να σχηματίσουν τη δική τους άποψη. Όταν τέτοια απώλεια εμπιστοσύνης συνδυαστεί με τη μείωση των διαφημιστικών εσόδων, (τότε) ολόκληρο το επιχειρηματικό μοντέλο των ΜΜΕ βρίσκεται υπό απειλή. Όταν οι επιχειρήσεις των ΜΜΕ εξαρτώνται περισσότερο από τα διαφημιστικά τους έσοδα παρά από το αναγνωστικό κοινό τους, τους θεατές ή τους ακροατές τους, (τότε) καθίστανται διπλά πιο αδύναμες. Καθίστανται όλο και περισσότερο υποκείμενα οικονομικών πιέσεων.

Η αντίδραση των εκδοτών (εκδότες έντυπων, οπτικοακουστικών ή νέων ηλεκτρονικών Μέσων Ενημέρωσης) είναι παντού η ίδια, μέσα και έξω από την ευρωζώνη «σα να μην υπάρχει άλλη θεμιτή επιλογή πέρα από την ανεπιφύλακτη και (χωρίς κριτήρια) προσκόλληση στην Ευρώπη όπως είναι και όπως ετοιμάζεται να γίνει, δηλαδή τον περιορισμό (της Ευρώπης) σε μία μόνο τράπεζα και ένα νόμισμα, σύμφωνα με τον κανόνα του χωρίς όρια ανταγωνισμού» (Pierre Bourdieu).

Όλες μας οι κοινωνικές κατακτήσεις τίθενται υπό αμφισβήτηση: το εργατικό δίκαιο, οι αμοιβές, οι συνθήκες εργασίας, με την προσωρινότητα (επισφάλεια) της εργασίας να αγγίζει πρωτοφανή επίπεδα. Επισημαίνουμε τη μείωση της παροχής δημοσίων υπηρεσιών από τις κυβερνήσεις, ενώ αυξητικά κινούνται πολλαπλές πιέσεις επί της ποιότητας της δημοσιογραφίας και επί του περιεχομένου της σύνταξης.

Στο πλαίσιο αυτό, η διάλυση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, οι απολύσεις πολλών από τους εργαζόμενους σ’ αυτές, και η εξαθλίωση των δημοσιογράφων, πρέπει να μας θυμίζουν το motto (σύνθημα) της ΔΟΔ: «Δεν μπορεί να υπάρξει ελευθερία του Τύπου εάν οι δημοσιογράφοι τελούν υπό συνθήκες διαφθοράς, φτώχειας ή φόβου».

Σ’ αυτή τη νέα κατάσταση, ποια συμπεράσματα πρέπει να εξάγουμε και ποια πρέπει να είναι η απάντηση της ΕΟΔ;
Κατ΄ αρχάς ας λάβουμε υπόψη τα όσα έγραψε το 2007 ο Tony Judt, ο Βρετανός ιστορικός και δοκιμιογράφος, ο οποίος πέθανε πρόσφατα: «Στην πρωτόγνωρη λατρεία μας για την παραγωγικότητα και την αγορά, μήπως δεν ανατρέψαμε την πίστη μιας προηγούμενης γενιάς; Τίποτα δεν είναι πιο ιδεολογικό, σε τελική ανάλυση, από τη θέση ότι όλα τα πολιτικά ζητήματα, ιδιωτικά και δημόσια , πρέπει να στραφούν κατά της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, των αναπόφευκτων νόμων της και των ακόρεστων απαιτήσεών της». Δεν υπάρχει τίποτα αναπόφευκτο, ούτε στο επάγγελμά μας, ούτε στο χώρο μας, ούτε στην ίδια την κοινωνία.

Αντιμέτωποι με συγκεκριμένες εθνικές ή ευρωπαϊκές πολιτικές και με πολύ καλά οργανωμένους εκδότες οι οποίοι εφαρμόζουν μεγαλύτερη πίεση, έχουμε επίγνωση για τα τρέχοντα διακυβεύματα και την αυξανόμενη διαπλοκή των (ευρωπαϊκών) ηπειρωτικών συνδικαλιστικών ενώσεων. Είναι καιρός να συμβάλλουμε στον ευρωπαϊκό συνδικαλισμό, ώστε να αποφευχθεί κάθε πιθανός εθνικός ανταγωνισμός. Η ΕΟΔ πρέπει να καταλήξει σε ένα πραγματικό σχέδιο για την ενίσχυση των προοπτικών των δημοσιογράφων και τη συλλογική βελτίωση των μέσων προστασίας τους. Η ΕΟΔ δεν θα πρέπει να ξεκόψει τον εαυτό της από άλλους κλάδους που εμπλέκονται επίσης στον συνδικαλισμό στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, και οργανώνονται στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων. Προοπτικές και ενέργειες που πρέπει να πραγματοποιηθούν στην Ευρώπη θα πρέπει:

1 –  Να αντιμετωπίσουν την ανεξέλεγκτη επισφάλεια του επαγγέλματός μας, φέρνοντας το καθεστώς των freelance δημοσιογράφων σε πλήρη ευθυγραμμισμό με αυτό των μισθωτών δημοσιογράφων. Θα πρέπει να εξετάσουμε προσεχτικά το νομικό καθεστώς των αυτό-απασχολούμενων («αυτό-επιχειρείν»), καθώς πολλοί freelancer ή «αυτό-απασχολούμενοι» δημοσιογράφοι δεν έχουν επιλέξει την εργασιακή ανασφάλεια, τους έχει επιβληθεί! Από την άλλη, δημοσιογράφοι οι οποίοι επιλέγουν να μην είναι μέρος μιας συγκεκριμένης αίθουσας σύνταξης (newsroom) πρέπει να προστατεύονται από μια ιδιαίτερη σύμβαση, διαπραγματευθείσα από τους ίδιους και τις οργανώσεις που εκπροσωπούν δημοσιογράφους. Πρέπει να αντισταθούμε στην κοινωνική ανασφάλεια των freelance δημοσιογράφων, καθώς αυτό μπορεί να οδηγήσει την ίδια την ενημέρωση να καταστεί αβέβαιη.

2 – Να αποκαταστήσουν το επάγγελμα με μισθολογικές πολιτικές αντίστοιχες της ευθύνης των δημοσιογράφων στην κοινωνία η δεοντολογική δημοσιογραφία απαιτεί υψηλού επιπέδου υλικές συνθήκες εργασίας. Πρέπει να ενθαρρύνουμε την ίδρυση συντακτικών επιτροπών και συντακτικών συμβουλίων ως μέσων για τους δημοσιογράφους, προκειμένου να ορίσουν τα κριτήρια για τα πρότυπα δεοντολογίας και την δεοντολογική κάλυψη των ειδήσεων.

3 – Να εργαστούν προς την κατεύθυνση επεξεργασίας ενός κοινού συνόλου συνθηκών εργασίας – έχοντας περισσότερες μεγάλες διεθνείς ομάδες υπογράφουν καλύτερες Διεθνείς Συμφωνίες-Πλαίσιο (IFA). Η ΕΟΔ θα καταρτίσει ένα ερευνητικό πρόγραμμα για να συγκεντρώσει τα καλύτερα παραδείγματα καλών συνθηκών εργασίας. Θα εξετάσει τις πλέον κατάλληλες λέξεις και φράσεις που μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατά της τάσης να μεταμορφωθεί ο δημοσιογράφος ως «ένας γρύλος για όλες τις συναλλαγές», δείχνοντας –ιδιαίτερα στους νέους δημοσιογράφους- την απαραίτητη διάκριση μεταξύ της πολλαπλούς ειδίκευσης και του να έχεις πολλά ταλέντα

4 –  Να αναπτύξουν ένα σύστημα προστασίας συγγραφικών δικαιωμάτων, που να ισχύει σε όλες τις χώρες, προστατεύοντας ιδιαίτερα τα ηθικά δικαιώματα, ως μέρος των δημοσιογραφικών συγγραφικών δικαιωμάτων, έτσι ώστε να προωθήσει τη δεοντολογική δημοσιογραφία και να κάνει τους συλλογείς περιεχομένου (Google, Yahoo, κλπ) να σέβονται τα πνευματικά δικαιώματα των δημοσιογράφων. Στις συλλογικές συμβάσεις ή τις συμβάσεις μεταξύ των freelance και των εκδοτών, τα συγγραφικά δικαιώματα των δημοσιογράφων πρέπει να προσδιορίζονται με σαφήνεια.

5 – Να εγκαθιδρύσουν σεβασμό της συντακτικής ελευθερίας πέρα από όλες τις εξωτερικές πιέσεις, συμπεριλαμβανομένης της οικονομικής πίεσης από τους μετόχους και πιέσεις από ομάδες συμφερόντων. Η δημοσιογραφική δεοντολογία πρέπει να προστατεύεται από οποιαδήποτε πολιτική και οικονομική πίεση, ιδίως από ιδιοκτήτες των ΜΜΕ, οι οποίοι όλο και περισσότερο προέρχονται εκτός του δημοσιογραφικού επαγγέλματος και είναι πιο στενά συνδεδεμένοι με τον οικονομικό ή βιομηχανικό τομέα.

6 – Να οριστεί ένα όριο για τη συγκεντροποίηση των ΜΜΕ, η οποία αποτελεί απειλή για τον πλουραλισμό σε μια παγκοσμιοποιημένη σφαίρα των μέσων ενημέρωσης.

7 – Να κάνουν πιο εύκολο το να σπουδάσει κανείς δημοσιογραφία στο πανεπιστήμιο, ειδικά σε χώρες όπου υπάρχει μικρή πρόσβαση στην εκπαίδευση δημοσιογραφίας, έτσι ώστε να υπάρχει μια πραγματική κοινωνική ποικιλομορφία στις συντακτικές ομάδες. Το επάγγελμά μας πρέπει να παραμείνει ανοιχτό στη διαφορετικότητα και πρέπει να υιοθετήσει μια πολιτική συνεχούς κατάρτισης καθ’ όλη τη διάρκεια του επαγγελματικού μας βίου

Συμπέρασμα

Όντας ένας δημοσιογράφος που σέβεται τη δεοντολογία συνεπάγεται σεβασμό και υψηλού επιπέδου κύρος. Σήμερα, το «χαμηλό κύρος» αποδίδεται στην αυξανόμενη περιφρόνηση για τους νέους ιδιοκτήτες συγκροτημάτων ΜΜΕ (έντυπων και ραδιοτηλεοπτικών), οι οποίοι μερικές φορές έφτασαν εκεί κατά λάθος ή απλώς δεν έχουν καμία πρόθεση να συμβάλλουν στην παροχή ποιοτικής ενημέρωσης.

Σήμερα είναι επιτακτική ανάγκη για το επάγγελμά μας να ανακτήσει την αξιοπρέπειά του. Η Χάρτα του Μονάχου, (σσ Διακήρυξη Καθηκόντων και Δικαιωμάτων των Δημοσιογράφων) η οποία εγκρίθηκε από τους εκπροσώπους των Ενώσεων Συντακτών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας το 1971, πρέπει να αναφέρεται σε όλες τις ευρωπαϊκές συλλογικές συμβάσεις, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι δημοσιογράφοι τηρούν τις υποχρεώσεις τους, αλλά –ακόμη περισσότερο- υπερασπίζονται τα δικαιώματά τους.

Αυτό το φιλόδοξο πρόγραμμα μπορεί να έρθει εις πέρας μόνο εάν η ΕΟΔ μπορέσει να συσπειρώσει τις Ενώσεις-μέλη της και αν αυτές οι Ενώσεις μπορέσουν να αυξήσουν τα μέλη τους και στη συνέχεια τα καλέσουν σε δράσεις τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Σ’ αυτό το πλαίσιο, ας μας επιτραπεί να παραθέσουμε και πάλι το Γάλλο κοινωνιολόγο Pierre Bourdieu, ο οποίος μας επισημαίνει: «Η κοινωνική ιστορία μας διδάσκει ότι δεν υπάρχει κοινωνική πολιτική χωρίς κοινωνικό κίνημα ικανό να την επιβάλει (και δεν είναι η αγορά, όπως οδηγούμαστε να πιστέψουμε σήμερα, αλλά το κοινωνικό κίνημα που έχει «εκπολιτίσει» την οικονομία της αγοράς, συμβάλλοντας παράλληλα σε μεγάλο βαθμό στην αποτελεσματικότητά της)».

Ομάδες εργασίας (υλοποιώντας το έργο των σημερινών ομάδων εμπειρογνωμόνων) θα συσταθούν για να εξετάσουν τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν για κάθε θέμα.  Η Εκτελεστική Επιτροπή θα εποπτεύει τις ομάδες αυτές, θα ελέγχει την πρόοδό τους, θα κρατά ενήμερες τις Ενώσεις-μέλη και θα διασφαλίζει τη συμμετοχή των εκλεγμένων μελών της ΕΟΔ σε κάθε μία από αυτές τις δομές.

Ενάντια στην ιδέα της απροσδιόριστης και απελπιστικής λιτότητας, η ακλόνητη αλληλεγγύη πρέπει να είναι η στάση της ΕΟΔ, για να προσφέρει βοήθεια και συμβουλές στις Ενώσεις-μέλη που έχουν αποδυναμωθεί από την κρίση αλλά και σ’ αυτούς στις χώρες όπου οι δημοσιογράφοι έχουν όλο και λιγότερη κοινωνική προστασία (επιθέσεις στο εργατικό δίκαιο, στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, κλπ) ή υφίστανται επιθέσεις σε πολιτικές ελευθερίες.